Strong's Exhaustive Concordance alien, another man's, stranger. From allos; another's, i.e. Not one's own; by extension foreign, not akin, hostile -- alien, (an-)other (man's, men's), strange(-r). see GREEK allos Forms and Transliterations αλλοτρια αλλοτρία αλλότρια ἀλλοτρίᾳ αλλότριαι αλλοτριαις αλλοτρίαις ἀλλοτρίαις αλλοτριαν αλλοτρίαν ἀλλοτρίαν αλλοτρίας αλλότριοι αλλοτριοις αλλοτρίοις ἀλλοτρίοις αλλοτριον αλλότριον ἀλλότριον αλλότριος αλλοτρίου αλλοτρίους αλλοτριω αλλοτρίω ἀλλοτρίῳ αλλοτριων αλλοτρίων ἀλλοτρίων αλλοτρίως αλλοτριώσεως αλλοτρίωσιν αλλόφυλον ηλλοτριούτο allotria allotríāi allotriais allotríais allotrian allotrían allotrio allotriō allotríoi allotríōi allotriois allotríois allotrion allotriōn allotríon allotríōn allótrionLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |