Strong's Exhaustive Concordance to plunderFrom dia and harpazo; to seize asunder, i.e. Plunder -- spoil. see GREEK dia see GREEK harpazo Forms and Transliterations διαπαρατριβαί διαρπαγήσονται διαρπαζόμενος διαρπάζοντες διαρπαζόντων διαρπάζουσι διαρπασαι διαρπάσαι διαρπασάτωσαν διαρπασει διαρπάσει διαρπάσωμεν διαρπώνται διέρραγκα διήρπαζον διήρπασαν διηρπασμένη διηρπασμένοι διηρπασμένον διηρπασμένος diarpasai diarpásai diarpasei diarpáseiLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |